- ἀκτήμονα
- ἀκτήμωνwithout propertyneut nom/voc/acc plἀκτήμωνwithout propertymasc/fem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αλέξανδρος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Άλλο όνομα του Πάρη που του δόθηκε επειδή, όταν ήταν μικρός, βοήθησε στη διάσωση των κοπαδιών από επιδρομή ληστών «αλεξήσας ποίμνια», παρέχοντας δηλαδή σε αυτά προστασία. 2. Γιος του Ευρυσθέα, που σκοτώθηκε στον… … Dictionary of Greek
φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… … Dictionary of Greek
несътѧжатель — НЕСЪТѦЖАТЕЛ|Ь (2*), Ѧ с. Тот, кто не имеет собственности: и быти безградникѹ бездомкѹ. не своѥмѹ нелюби(ву) дрѹгу нестѧжателю имѹщю житиѧ. (ἀκτήμονα) КР 1284, 194б; егда же кто подвигнеть(с). изити ѿ тьмы мира сего. доньдеже есть скровенъ в немь … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
δημοκρατία — Όρος που υποδηλώνει το πολιτικό σύστημα στο οποίο ο λαός ασκεί την εξουσία. Ωστόσο, ένας τέτοιος ορισμός της έννοιας δεν συμφωνεί με τις διάφορες και κάποτε αντιφατικές ερμηνείες που έχουν δοθεί σε αυτή τη βασική λέξη του σύγχρονου πολιτικού… … Dictionary of Greek
ληστεία — Η ένοπλη επιβουλή εναντίον προσώπων και πραγμάτων από άτομα οργανωμένα σε συμμορίες υπό την ηγεσία ενός αρχηγού. Η λέξη λ. χαρακτηρίζει γενικά τη δράση που λαμβάνει χώρα στην ξηρά και διακρίνεται από την ανάλογη δράση στη θάλασσα, η οποία… … Dictionary of Greek
Βαντόμ — I (Vendôme). Πόλη (18.359 κάτ.) της κεντρικής Γαλλίας στον νομό Λουάρ ε Σερ (Loir et Cher), στο γεωγραφικό διαμέρισμα του Κέντρου (Centre). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Λουάρ και συνδέεται σιδηροδρομικά με το Παρίσι, στα ΒΑ. Η Β.… … Dictionary of Greek
Γούστερ — (Worcester).Πόλη (95.900 κάτ. το 2000) της Αγγλίας, πρωτεύουσα της κομητείας Γούστερσαϊρ (Worcestershire, 1.761 τ. χλμ., 541.400 κάτ. το 2000). Είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του ποταμού Σέβερν, σε απόσταση 35 χλμ. από το Μπέρμιγχαμ. Η πόλη… … Dictionary of Greek
Ερρίκος — I (Enrico, 1174 – 1216). Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης (1205 16). Πήρε μέρος στην Δ’ Σταυροφορία (1201) και στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (1204). Ανακηρύχθηκε αντιβασιλιάς το 1205, όταν ο αυτοκράτορας αδελφός του, Βαλδουίνος… … Dictionary of Greek
Ισαβέλλα της Ανγκουλέμης — (Isabella, 1186 – 1246). Σύζυγος του Άγγλου βασιλιά Ιωάννη του Ακτήμονα, κόρη του κόμη Αϊμάρ Γ’ και της Αλίκης του Κουρτενέ. Ο Ιωάννης ο Ακτήμονας την απήγαγε και την παντρεύτηκε (1200), ενώ ήταν ήδη αρραβωνιασμένη με τον Ούγο Ι’ των Λουζινιάν.… … Dictionary of Greek
Μπουβέν — (Bouvines). Χωριό της βόρειας Γαλλίας, γνωστό από τη μεγάλη μάχη που έγινε εκεί τον Ιούλιο του 1214, κατά την οποία ο βασιλιάς της Γαλλίας Φίλιππος Αύγουστος νίκησε τους συμμαχικούς στρατούς του αυτοκράτορα της Γερμανίας Όθωνα Δ’, του βασιλιά… … Dictionary of Greek